Τρίτη 30 Ιουλίου 2013

ΠΕΝΤΕ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΥΓΟΥΣΤΟ

Πολλοί από εμάς τη λογοτεχνία, (ποίηση και πεζογραφία) τη θυμόμαστε μόνο το καλοκαίρι. Ας είναι κι έτσι. Απ’ το να μην τη θυμόμαστε ποτέ...Ποίηση με αντηλιακό λοιπόν. Απ’ τον αμύθητο θησαυρό της ελληνικής ποίησης επέλεξα πέντε ποιήματα που μιλάνε για το καλοκαίρι και τον Αύγουστο, που είναι προ των πυλών και σας τα παρουσιάζω:



ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ
Ζούγκλα

Πρωί κι όλα του κόσμου
στημένα
στην ιδεώδη απόσταση μιας μονομαχίας.
Τα όπλα έχουν διαλεχτεί,
τα ίδια πάντα,
οι ανάγκες σου, οι ανάγκες μου.
Αυτός που θα μέτραγε ένα, δύο, τρία, πυρ
καθυστερούσε,
κι ώσπου να 'ρθει
καθίσαμε στην ίδια καλημέρα
και χαζεύαμε τη φύση.
Η εξοχή βρισκότανε στην ήβη
και το πράσινο ασελγούσε.
Κραυγές τροπαιοφόρου θηριωδίας
έσερνε ο Ιούνιος της υπαίθρου.
Πιανόταν και πηδούσε
από κλαδί δέντρων κι αισθήσεων
σε κλαδί δέντρων κι αισθήσεων,
Ταρζάν ταινίας μικρού μήκους
που κυνηγάει αθέατα θηρία
στη μικρή ζούγκλα μιας ιστορίας.
Το δάσος υποσχότανε πουλιά
και φίδια.
Δηλητηριώδης αφθονία αντιθέτων.
Το φως έπεφτε καταπέλτης
σ' ό,τι δεν ήταν φως,
κι η ερωτομανής λαμπρότης
παράφορα φιλούσε κι ό,τι δεν ήταν έρωτας,
μέχρι και τη δική σου συνοφρύωση.
Στη μικρή εκκλησία άλλος κανείς
εκτός από το πολύ όνομά της, Ελευθερώτρια.
Ενας Χριστός περίφροντις
μέτραγε με το πάθος του φιλάργυρου
το βιος του:
καρφιά κι αγκάθια.
Επόμενο ήταν να μην έχει ακούσει
τους πυροβολισμούς. 

ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ
"Το ποίημα-Ποζιτάνο"

Ώχρα, κεραμίδι, λευκό, μέσα στο άφθονο πράσινο των φυλλωμάτων,
μέσα στο γαλανό τ' ουρανού και της θάλασσας. Ωραίες αναλογίες,
κι αυτή η χαρά της φιλικής συμμετοχής, σαν να 'χαμε
συντελέσει κι εμείς στη διαλογή και στη διάταξη χρωμάτων και σχημάτων
κρατώντας μιαν ευγενικήν ανωνυμία.
  Ωστόσο,
αυτά τα πέντε θολωτά παράθυρα, όπου πέντε κορίτσια
παραμέρισαν τις άσπρες κουρτίνες να κοιτάξουν τη θάλασσα, -
η μια κρατούσε ένα σταφύλι ραμφίζοντας μία μία
τις μαβιές ρώγες˙ η άλλη χτένιζε τα μαύρα μαλλιά της˙
η τρίτη κρατούσε ένα μαντίλι - κι ίσως ένευε στην άσπρη βάρκα˙
οι δυο άλλες στρογγύλευαν τα χείλη τους, σαν να 'ταν
να σφυρίξουν ένα μικρό τραγούδι ερωτικό.
  Λοιπόν
αυτά τα πέντε παράθυρα θα 'θελα, σαν ένα πεντάστιχο ποίημα,
να τα υπογράψω καλλιγραφικά και ολογράφως με τ' όνομά μου.

ΜΑΝΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ
"Παραμονές Δεκαπενταύγουστου"

Σαν τη λαίδη Μακμπέθ σε υπνοβασία
πιτσιλισμένη απ' τον ασβέστη
στα μαλλιά και το φόρεμα.
Και τα δωμάτια μοσχοβολούσαν
παραμονές Δεκαπενταύγουστου.
Οι φωτιές της ροδιάς. Η αυλή με τη βρύση.
Τα μυρμήγκια που τρέχουν για να γλιτώσουν.
Τα σκούπιζες και τα 'ριχνες στο κηπάκι
για να σωθούν.
Ωρα έξι το απόγευμα και μάζευες
την άγκυρα να ελευθερωθεί το σπίτι.
Μάζευες τα σκοινιά κι άναβες τις μηχανές
να φύγει το σπίτι, να σαλπάρει το σπίτι
και να ταξιδέψει
στο άσπιλε, αμόλυντε, άφθορε, άχραντε
και σ' εκείνο το θεόνυμφε που υποσχόταν δόξες.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΟΥΛΙΑΡΑΣ
"Τα σταφύλια"

Ο παππούς μου καθόταν στη μέση του χωριού.
Είμασταν όλοι γύρω του
παιδιά των γιων των ανηψιών και των γειτόνων
μες στην τελευταία ακτίνα του βλέμματος
που ολοένα βασίλευε την κόψη του
ξεραμένη πίσω από τους καταρράκτες.
Η μαύρη μάλλινη φορεσιά του.
Μπροστά του απλωνόταν ό,τι δεν θα μπορούσε τώρα
πια να δει, ό,τι ίσως είχε κάποτε δει
όσα είχαν περάσει.
Πίσω του βρίσκονταν όσα δεν θα 'βλεπε
ό,τι δεν θα μπορούσε ποτέ να δει
το τέλος του καλοκαιριού που απομακρυνόταν
μες στο μέλλον.
Μας άγγιζε αν άπλωνε το μπαστούνι του
αν σηκωνόταν απ' την παλιά ξύλινη καρέκλα
ορθός μες στο σώμα του ήλιου.
Σε λίγο θα 'γερνε η δροσιά.
Καθόμασταν κουρασμένοι στο χώμα
η κάθε μια του μυρουδιά τσιμπημένη
από αεικίνητες κότες.
Του 'φεραν σταφύλια να δροσιστεί.
Σ' ένα τοσοδά πιατάκι
πιο μικρό απ' το άλφα του Αυγούστου
ένα μικρούτσικο τσαμπί ρόγες.
Ισως να το 'νιωσε απ' το θρόισμα των ματιών μας
που άγγιζαν λαχταριστά τα λίγα σταφύλια.
Τα 'κοψε ήσυχα ένα ένα και μας τα μοίρασε
ακουμπώντας τα στις απλωμένες παλάμες.
Γρήγορα θα περνούσαν οι μέρες του καλοκαιριού.
Πίσω μας τα φτυσμένα κουκούτσια των σταφυλιών
τσιμπολογούσαν οι σκοτεινές κότες της ηλικίας του.
Μπροστά μας οι παραλίες του μέλλοντος πλημμύριζαν
με τα σκληρά κύματα των τρυφερών μας βλεμμάτων.

ΚΛΕΙΤΟΣ ΚΥΡΟΥ
"Θα ξαναγυρίσουμε"

Θα ξαναγυρίσουμε
Oταν οι ελιές θα ντύνουν στο χρυσάφι τα γέρικα όνειρά τους
Oταν τα μελτέμια θα κινούν να χαϊδέψουν τις εφήμερες πεζολογίες του νησιού
Oταν δυο μάτια σκοπελίτικα θα φωτιστούν απ' τη χαρά του γυρισμού
Τούτο το καλοκαίρι είτε το άλλο που θα 'ρθει
Δεν έχει σημασία πότε
Κάποιο καλοκαίρι τέλος πάντων θα ξαναγυρίσουμε
Πιο δυνατοί πιο μεστωμένοι
Eχοντας συνοψίσει το νόημα της πρώτης προσπάθειας
Πειθαρχώντας στη νοσταλγία του Αιγαίου

Θα ξαναγυρίσουμε
Συνοδευόμενοι από γυναικεία στήθια σ' ενάντιον άνεμο
Κι από το βασιλιά το Στάφυλο με το αρχαίο σπαθί του
Ποιος θα βρεθεί να μας τον ιστορήσει
Πιο νέοι πιο ξανθοί πιο ακμαίοι
Χωρίς αυταπάτες μ' αγκαλιές γιασεμιά
Να φυτέψουμε στου πελάγους τη ράχη
Τον σπόρο του έρωτά μας

2 σχόλια: