Τα σύνθετα ρήματα της αρχαίας Ελληνικής συχνά δυσκολεύουν τους μαθητές όσον αφορά τη συλλαβή στην οποία θα πρέπει να τονιστούν μετά τη σύνθεση. Παραθέτουμε, πιο κάτω, τους βασικότερους κανόνες τονισμού των σύνθετων ρημάτων.
- Τα σύνθετα ρήματα έχουν την τάση να διατηρούν τον τόνο τους στη
συλλαβή που τονίζεται και το αντίστοιχο απλό ρήμα: λύειν - ἀπολύειν,
ἦχθαι
- ἀπῆχθαι,
ρέομεν - ἀπορρέομεν.
- Τάση αναβιβασμού του τόνου στα σύνθετα παρουσιάζουν η Οριστική και η
Προστακτική (όπου η λήγουσα είναι βραχεία). Έτσι
έχουμε: εἶμι - ἄπειμι, οἶδα – σύνοιδα, λύε - ἀπόλυε,
ἄγε
– κάταγε, ἴσθι – σύνισθι, εἰμί
– πάρειμι.
- Εξαιρείται το γ΄ πληθυντικό Οριστικής Ενεστώτα των ρημάτων ἵημι
και ἵστημι (ἱᾶσι - ἀφιᾶσι, ἱστᾶσι - ἐφιστᾶσι), γιατί οι τύποι αυτοί έχουν τονιζόμενες
συλλαβές που προέρχονται από συναίρεση.
- Όσον αφορά την προστακτική των συνθέτων, υπάρχει κι εδώ μια εξαίρεση: Το
β΄ ενικό Προστακτικής Αορίστου Β΄ Μέσης φωνής διατηρεί τον τόνο του απλού
ρήματος (λιποῦ - καταλιποῦ, γενοῦ - συγγενοῦ). Αυτό ισχύει πάντα όταν ο τύπος του απλού
ρήματος είναι δισύλλαβος.
- Όταν όμως το β΄ ενικό Προστακτικής Αορίστου β΄ μέσης φωνής είναι τύπος
μονοσύλλαβος, ο τόνος διατηρείται μόνο όταν η πρόθεση είναι μονοσύλλαβη ή
προέρχεται από έκθλιψη (όπως με τον τύπο οὗ
του ἵημι).
π.χ. θοῦ - προθοῦ, σχοῦ - προσχοῦ, οὗ - συνοῦ, από + οὗ = ἀφοῦ, μετά + οὗ = μεθοῦ, δοῦ - ἐνδοῦ.
- Όταν ο τύπος είναι μονοσύλλαβος και η πρόθεση δισύλλαβη, τότε ο τόνος
ανεβαίνει στη δεύτερη συλλαβή της πρόθεσης, δηλαδή στην παραλήγουσα (θοῦ - κατάθου, σποῦ -
ἐπίσπου,
σχοῦ -
παράσχου).
- Ας σημειωθεί και πάλι ότι στην Προστακτική Αορίστου Β΄ ανεβαίνει πάντα
ο τόνος στην Ενεργητική φωνή είτε έχουμε μονοσύλλαβη είτε έχουμε δισύλλαβη
πρόθεση: δός - ἀπόδος, θές – κατάθες, δός
- ἔνδος,
ἕς
- ἄφες.
Το ίδιο ισχύει και για τους δισύλλαβους τύπους Προστακτικής: στῆθι
– κατάστηθι / ἔνστηθι, λαβέ – σύλλαβε / κατάλαβε, ἰδέ
– σύνιδε / κάτιδε.
- Η Υποτακτική και η Ευκτική τείνουν να διατηρούν τον τόνο των απλών
ρημάτων (δῶμεν - ἐνδῶμεν, θῶμεν - ἀποθῶμεν), εκτός από την Υποτακτική και Ευκτική
Αορίστου Β΄ των ρημάτων ἔχω και ἕπομαι (σχῶ - παράσχω, σχῶμεν
– πρόσχωμεν, σπῶμαι - ἐπίσπωμαι, σπῆσθε - ἐπίσπησθε, σποῖο
- ἐπίσποιο,
σχῶμαι
– παράσχωμαι, σχοῖσθε - ἐπίσχοισθε), που ανεβάζουν τον τόνο στην παραλήγουσα όταν πρόκειται για λήγουσα μακρά και στην
πρόπαραλήγουσα όταν υπάρχει λήγουσα βραχεία.
- Κάτι που δεν πρέπει να λησμονηθεί: Ο τόνος δεν ανεβαίνει ποτέ πάνω
από τη συλλαβή που περιέχει αύξηση (συλλαβική ή χρονική) και
αναδιπλασιασμό: ἦγον - ἀπῆγον, ἦν - ἐξῆν, εἶχον - συνεῖχον.
- Ποτέ επίσης δεν ανεβαίνει ο τόνος πάνω από την τελευταία συλλαβή του
πρώτου συνθετικού (παράδος, μετάθες).
- Τα Απαρέμφατα και οι Μετοχές διατηρούν τον τόνο στη συλλαβή που
τονίζονται και τα αντίστοιχα απλά, χωρίς εξαιρέσεις.
1. Στα σύνθετα του εἰμί, ο
τόνος ανεβαίνει: α) Στην Οριστική Ενεστώτα και β) Στο β΄ ενικό και πληθυντικό
της Προστακτικής του Ενεστώτα.
π.χ. πάρειμι, πάρει, πάρεστι(ν) κτλ. –
πάρισθι, πάρεστε (αλλά: παρῶ, παρῇς, παρῇ κτλ. – παρείην - παρεῖναι –
παρών κτλ.)
2. Το β΄ ενικό της Προστακτικής του
ενεργητικού Αορίστου Β΄ των ρημάτων ἔρχομαι, εὑρίσκω, λαμβάνω, λέγω και ὁρῶ,
όταν δεν είναι σύνθετο, τονίζεται στη λήγουσα: (ἔρχομαι - ἦλθον) ἐλθέ,
(εὑρίσκω - ηὗρον) εὑρέ, (λαμβάνω - ἐλάμβανον) λαβέ,
(λέγω - εἶπον) εἰπέ, (ὁρῶ - εἶδον) ἰδέ (αλλά: ἄπελθε, ἔξευρε,
παράλαβε, πρόειπε, πάριδε).
3. Το β΄ ενικό της Προστακτικής του μέσου
Αορίστου Β΄ (είτε απλό είτε σύνθετο) κανονικά τονίζεται στη λήγουσα και παίρνει
περισπωμένη: γενοῦ, λαβοῦ - συγγενοῦ, αντιλαβοῦ. Αν όμως είναι μονοσύλλαβο
και σύνθετο με δισύλλαβη πρόθεση, ανεβάζει τον τόνο στην παραλήγουσα: (ἔχομαι - ἐσχόμην)
σχοῦ - παράσχου, (ἕπομαι - ἑσπόμην) σποῦ - ἐπίσπου.
4. Στα σύνθετα εἶμι, φημί, οἶδα και κεῖμαι,
ο τόνος ανεβαίνει στην Οριστική και Προστακτική Ενεστώτα, αν το επιτρέπει η
λήγουσα (όταν δηλαδή η λήγουσα δεν είναι μακρόχρονη).
π.χ. ἄπειμι, ἄπει, ἄπεισι(ν), ἄπιμεν
κτλ. - ἄπιθι, ἄπιτε (αλλά ἀπίτω, ἀπιόντων κτλ.)
σύμφημι, ἀπόφημι, σύμφαθι (αλλά
συμφάτω, συμφάντων κτλ.)
σύνοιδα, σύνισμεν – σύνισθε κτλ. (αλλά
συνίστω, συνίστων)
ἀπόκειμαι, διάκειμαι, κατάκεισο (αλλά
κατακείσθω)
5. Στο β΄ ενικό της Προστακτικής
Ενεργητικής φωνής του Αορίστου Α΄ ο τόνος ανεβαίνει στην παραλήγουσα στα
σύνθετα ρήματα: π.χ. κατάλυσον, ἐπίρριψον, ἀνάκρινον
6. Στο β΄ ενικό της Προστακτικής Μέσης
φωνής του Αορίστου Α΄ ο τόνος ανεβαίνει στην παραλήγουσα στα σύνθετα ρήματα: λῦσαι
– παράλυσαι
7. Στα συνηρημένα με μονοσύλλαβο ρηματικό
θέμα σε –εω ανεβαίνει ο τόνος στην πρόθεση στο β΄ ενικό της Προστακτικής της
Ενεργητικής φωνής και στους συνηρημένους τύπους της Οριστικής:
π.χ πλεῖ - παράπλει, πνεῖ - ἔκπνει
αλλά παραπλεῖτε
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου