Συχνά στη λάσπη κρύβονται διαμάντια! Μια τέτοια περίπτωση αποτελεί η Κατερίνα Γώγου. Η ηθοποιός, η ποιήτρια, η κοινωνική αγωνίστρια, αλλά και ο άνθρωπος με τα αυτοκαταστροφικά πάθη που αρέσκονταν να ζει τη ζωή της στα άκρα!
Όπως έχει ειπωθεί "Η Κατερίνα Γώγου έκανε ποίηση σε μια εποχή που οι άλλοι "ποιητές" έκαναν δημόσιες σχέσεις. Πάνω απ' όλα ήταν η ίδια ποίηση. Ανάμεσα σε χάπια, ποτά, σβησμένα τσιγάρα, φτωχογειτονιές, προδοσίες..."
Το σίγουρο είναι ότι η Κατερίνα ήταν ένας ασυμβίβαστος άνθρωπος, κάποια που δεν άντεχε όλο αυτό τον πόνο και την αθλιότητα γύρω της. Οι κραυγές της δεν πήγαν χαμένες, αφού όλο και περισσότεροι νέοι άνθρωποι διαβάζουν την ποίησή της, όλο και περισσότεροι αληθινοί άνθρωποι την ανακαλύπτουν.
Υπήρξε σύζυγος του σκηνοθέτη του κινηματογράφου Παύλου Τάσιου.
«Δεν της χαρίστηκε ούτε ο θάνατος. Τη βρήκαν στο δρόμο. Η τελευταία υπερβολική δόση (3 οκτωβρίου του 1993). Από όλες τις προηγούμενες (πόνο, πείνα, απόγνωση, διωγμό) είχε γλυτώσει.»
Η Κατερίνα Γώγου γεννήθηκε στην Αθήνα στις 1 Ιουνίου και αυτοκτόνησε
με χάπια και αλκοόλ στις 3 Οκτωβρίου 1993. Ξεκίνησε από μικρή
καριέρα στην ηθοποιία αλλά αργότερα στράφηκε στην ποίηση. Τα ποιήματα της είναι
γνωστά για τον αντισυμβατικό και συνειρμικό χαρακτήρα τους καθώς και τις αναρχικές ιδέες που πρόβαλε. Είχε μια κόρη, την Μυρτώ.
Εργάστηκε από μικρή ηλικία σε παιδικούς θεατρικούς θιάσους
και στον κινηματογράφο, κυρίως σε ταινίες της Φίνος φιλμς. Σπούδασε στην δραματική σχολή του
Τάκη Μουζενίδη και στην σχολή χορού Πράτσικα, Ζουρούδη και Βαρούτη.
Πρωτοεμφανίστηκε με το θίασο Ντίνου Ηλιόπουλου, το 1961, στο έργο των
Ευαγγελίδη - Μαρή «Ο Κύριος πέντε τοις εκατό». Από τα τέλη της δεκαετίας του
1970 ασχολήθηκε με την ποίηση, εγκαταλείποντας τον κινηματογράφο. Το πρώτο της
βιβλίο εκδόθηκε με τίτλο "Τρία κλικ αριστερά".
Άνθρωπος υπερκινητικός με μυαλό που δούλευε συνέχεια στο κόκκινο, γνώρισε από νωρίς την ήττα. Ίσως γι' αυτό η φωνή της βρήκε τέτοια απήχηση στη νεολαία της εποχής.
Ήταν ένα σώμα, που έζησε ξέφρενα σχεδόν τα πάντα κι ένα μυαλό που κάηκε τελικά από την αδυναμία του ν' αντιμετωπίσει το φονικό σύστημα αξιών της εποχής.
Η Κατερίνα, αποτελεί ένα ξεχωριστό κεφάλαιο στην ελληνική ποίηση. Η αιώνια έφηβος, η οργισμένη, η πιο σπαρακτικά ραγισμένη φωνή της γενιάς της. Μια ποιήτρια που έγραφε για να μην εκραγεί, που είχε κάνει τον πόνο και το παράπονο στίχους, κι αυτοί οι στίχοι ήταν πάνω απ' όλα αληθινοί.
Άνθρωπος υπερκινητικός με μυαλό που δούλευε συνέχεια στο κόκκινο, γνώρισε από νωρίς την ήττα. Ίσως γι' αυτό η φωνή της βρήκε τέτοια απήχηση στη νεολαία της εποχής.
Ήταν ένα σώμα, που έζησε ξέφρενα σχεδόν τα πάντα κι ένα μυαλό που κάηκε τελικά από την αδυναμία του ν' αντιμετωπίσει το φονικό σύστημα αξιών της εποχής.
Η Κατερίνα, αποτελεί ένα ξεχωριστό κεφάλαιο στην ελληνική ποίηση. Η αιώνια έφηβος, η οργισμένη, η πιο σπαρακτικά ραγισμένη φωνή της γενιάς της. Μια ποιήτρια που έγραφε για να μην εκραγεί, που είχε κάνει τον πόνο και το παράπονο στίχους, κι αυτοί οι στίχοι ήταν πάνω απ' όλα αληθινοί.
Όπως έχει ειπωθεί "Η Κατερίνα Γώγου έκανε ποίηση σε μια εποχή που οι άλλοι "ποιητές" έκαναν δημόσιες σχέσεις. Πάνω απ' όλα ήταν η ίδια ποίηση. Ανάμεσα σε χάπια, ποτά, σβησμένα τσιγάρα, φτωχογειτονιές, προδοσίες..."
Το σίγουρο είναι ότι η Κατερίνα ήταν ένας ασυμβίβαστος άνθρωπος, κάποια που δεν άντεχε όλο αυτό τον πόνο και την αθλιότητα γύρω της. Οι κραυγές της δεν πήγαν χαμένες, αφού όλο και περισσότεροι νέοι άνθρωποι διαβάζουν την ποίησή της, όλο και περισσότεροι αληθινοί άνθρωποι την ανακαλύπτουν.
Υπήρξε σύζυγος του σκηνοθέτη του κινηματογράφου Παύλου Τάσιου.
«Δεν της χαρίστηκε ούτε ο θάνατος. Τη βρήκαν στο δρόμο. Η τελευταία υπερβολική δόση (3 οκτωβρίου του 1993). Από όλες τις προηγούμενες (πόνο, πείνα, απόγνωση, διωγμό) είχε γλυτώσει.»
Δείγματα της ποίησης της Κατερίνας Γώγου:
Κοίτα πως χάνονται οι δρόμοι
μες τους ανθρώπους...
τα περίπτερα πως κρυώνουνε
απ΄τις βρεγμένες εφημερίδες
ο ουρανός
πως τρυπιέται στα καλώδια
και το τέλος της θάλασσας
από το βάρος των πλοίων
πόσο λυπημένες είναι οι ξεχασμένες ομπρέλες
στο τελευταίο δρομολόγιο
και το λάθος εκείνου που κατέβηκε
στην πιό πρίν στάση
τα αφημένα ρούχα στο καθαριστήριο
και τη ντροπή σου
ύστερα από δύο χρόνια που βρήκες λεφτά
πως να τα ζητήσεις
πως τσούκου τσούκου
αργά μεθοδικά
μας αλλοιώνουνε
να καθορίζουμε τη στάση μας στη ζωή
από το στύλ της καρέκλας...
μες τους ανθρώπους...
τα περίπτερα πως κρυώνουνε
απ΄τις βρεγμένες εφημερίδες
ο ουρανός
πως τρυπιέται στα καλώδια
και το τέλος της θάλασσας
από το βάρος των πλοίων
πόσο λυπημένες είναι οι ξεχασμένες ομπρέλες
στο τελευταίο δρομολόγιο
και το λάθος εκείνου που κατέβηκε
στην πιό πρίν στάση
τα αφημένα ρούχα στο καθαριστήριο
και τη ντροπή σου
ύστερα από δύο χρόνια που βρήκες λεφτά
πως να τα ζητήσεις
πως τσούκου τσούκου
αργά μεθοδικά
μας αλλοιώνουνε
να καθορίζουμε τη στάση μας στη ζωή
από το στύλ της καρέκλας...
Η μοναξιά...
δεν έχει το θλιμμένο χρώμα στα μάτια
της συννεφένιας γκόμενας.
Δεν περιφέρεται νωχελικά κι αόριστα
κουνώντας τα γοφιά της στις αίθουσες συναυλιών
και στα παγωμένα μουσεία.
Δεν είναι κίτρινα κάδρα παλαιών "καλών" καιρών
και ναφθαλίνη στα μπαούλα της γιαγιάς
μενεξελιές κορδέλες και ψάθινα πλατύγυρα.
Δεν ανοίγει τα πόδια της με πνιχτά γελάκια
βοιδίσο βλέμμα κοφτούς αναστεναγμούς
κι ασορτί εσώρουχα.
Η μοναξιά.
Έχει το χρώμα των Πακιστανών η μοναξιά
και μετριέται πιάτο-πιάτο
μαζί με τα κομμάτια τους
στον πάτο του φωταγωγού.
Στέκεται υπομονετικά όρθια στην ουρά
Μπουρνάζι - Αγ. Βαρβάρα - Κοκκινιά
Τούμπα - Σταυρούπολη - Καλαμαριά
Κάτω από όλους τους καιρούς
με ιδρωμένο κεφάλι.
Εκσπερματώνει ουρλιάζοντας κατεβάζει μ΄ αλυσίδες τα τζάμια
κάνει κατάληψη στα μέσα παραγωγής
βάζει μπουρλότο στην ιδιοχτησία
είναι επισκεπτήριο τις Κυριακές στις φυλακές
ίδιο βήμα στο προαύλιο ποινικοί κι επαναστάτες
πουλιέται κι αγοράζεται λεφτό λεφτό ανάσα ανάσα
στα σκλαβοπάζαρα της γής - εδώ κοντά είναι η Κοτζιά-
ξυπνήστε πρωί.
Ξυπνήστε να τη δείτε.
Είναι πουτάνα στα παλιόσπιτα
το γερμανικό νούμερο στους φαντάρους
και τα τελευταία
ατελείωτα χιλιόμετρα ΕΘΝΙΚΗ ΟΔΟΣ-ΚΕΝΤΡΟΝ
στα γαντζωμένα κρέατα από τη Βουλγαρία.
Κι όταν σφίγγει το αίμα της και δεν κρατάει άλλο
που ξεπουλάν τη φάρα της
χορεύει στα τραπέζια ξυπόλυτη ζεμπέκικο
κρατώντας στα μπλαβιασμένα χέρια της
ένα καλά ακονισμένο τσεκούρι.
Η μοναξιά
η μοναξιά μας λέω. Για τη δική μας λέω
είναι τσεκούρι στα χέρια μας
που πάνω από τα κεφάλια σας γυρίζει γυρίζει γυρίζει γυρίζει
δεν έχει το θλιμμένο χρώμα στα μάτια
της συννεφένιας γκόμενας.
Δεν περιφέρεται νωχελικά κι αόριστα
κουνώντας τα γοφιά της στις αίθουσες συναυλιών
και στα παγωμένα μουσεία.
Δεν είναι κίτρινα κάδρα παλαιών "καλών" καιρών
και ναφθαλίνη στα μπαούλα της γιαγιάς
μενεξελιές κορδέλες και ψάθινα πλατύγυρα.
Δεν ανοίγει τα πόδια της με πνιχτά γελάκια
βοιδίσο βλέμμα κοφτούς αναστεναγμούς
κι ασορτί εσώρουχα.
Η μοναξιά.
Έχει το χρώμα των Πακιστανών η μοναξιά
και μετριέται πιάτο-πιάτο
μαζί με τα κομμάτια τους
στον πάτο του φωταγωγού.
Στέκεται υπομονετικά όρθια στην ουρά
Μπουρνάζι - Αγ. Βαρβάρα - Κοκκινιά
Τούμπα - Σταυρούπολη - Καλαμαριά
Κάτω από όλους τους καιρούς
με ιδρωμένο κεφάλι.
Εκσπερματώνει ουρλιάζοντας κατεβάζει μ΄ αλυσίδες τα τζάμια
κάνει κατάληψη στα μέσα παραγωγής
βάζει μπουρλότο στην ιδιοχτησία
είναι επισκεπτήριο τις Κυριακές στις φυλακές
ίδιο βήμα στο προαύλιο ποινικοί κι επαναστάτες
πουλιέται κι αγοράζεται λεφτό λεφτό ανάσα ανάσα
στα σκλαβοπάζαρα της γής - εδώ κοντά είναι η Κοτζιά-
ξυπνήστε πρωί.
Ξυπνήστε να τη δείτε.
Είναι πουτάνα στα παλιόσπιτα
το γερμανικό νούμερο στους φαντάρους
και τα τελευταία
ατελείωτα χιλιόμετρα ΕΘΝΙΚΗ ΟΔΟΣ-ΚΕΝΤΡΟΝ
στα γαντζωμένα κρέατα από τη Βουλγαρία.
Κι όταν σφίγγει το αίμα της και δεν κρατάει άλλο
που ξεπουλάν τη φάρα της
χορεύει στα τραπέζια ξυπόλυτη ζεμπέκικο
κρατώντας στα μπλαβιασμένα χέρια της
ένα καλά ακονισμένο τσεκούρι.
Η μοναξιά
η μοναξιά μας λέω. Για τη δική μας λέω
είναι τσεκούρι στα χέρια μας
που πάνω από τα κεφάλια σας γυρίζει γυρίζει γυρίζει γυρίζει
Πάει. Αυτό ήταν.
Χάθηκε η ζωή μου φίλε
μέσα σε κίτρινους ανθρώπους
βρώμικα τζάμια
κι ανιστόρητους συμβιβασμούς.
Άρχισα να γέρνω
σαν εκείνη την ιτιούλα
που σου ‘χα δείξει στη στροφή του δρόμου.
Και δεν είναι που δεν θέλω να ζήσω.
Είναι το γαμώτο που δεν έζησα.
κι ούτε που θα σε ξαναδώ.
Χάθηκε η ζωή μου φίλε
μέσα σε κίτρινους ανθρώπους
βρώμικα τζάμια
κι ανιστόρητους συμβιβασμούς.
Άρχισα να γέρνω
σαν εκείνη την ιτιούλα
που σου ‘χα δείξει στη στροφή του δρόμου.
Και δεν είναι που δεν θέλω να ζήσω.
Είναι το γαμώτο που δεν έζησα.
κι ούτε που θα σε ξαναδώ.
Καλημέρα, συγχαρητήρια για το αξιόλογο έργο σας. Θαυμάζω την Κατερίνα Γώγου από παιδί και από τα μαθητικά μου χρόνια είχα το βιβλίο της "τρια κλικ αριστερά". Ευαίσθητη ψυχή που δεν θα μπορούσε να επιβιώσει σ' αυτή την "ζούγκλα" που ζούμε.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα είστε καλά και καλή συνέχεια στο χρήσιμο έργο σας.
(Ευχαριστώ για την επίσκεψη στο μπλογκ μου, είμαι ήδη γραμμένη στο δικό σας, εδώ και καιρό).
Ίρμα,ευχαριστώ για το σχόλιό σου . Το blog σου είναι πολύ αξιόλογο γι' αυτό και έγινα μέλος. Να τα λέμε. Πέτρος Μυλωνάς.
ΔιαγραφήAν σου πω ότι δε γνώριζα ότι η ποιήτρια ήταν το ίδιο πρόσωπο με αυτή την ηθοποιό τι θα έλεγες?
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλημέρααα!
και εγώ κάθε μέρα ανακαλύπτω κάτι που δεν ήξερα στην Κατερίνα Γώγου. Καλημέρα κι ευχαριστώ για το σχόλιο.
ΔιαγραφήΤην ανακάλυψα ποιήτρια οταν πια είχε φύγει, τη θαύμασα και την επαναξιολόγησα. Ετσι είναι ακριβώς όπως τα περιγράφεις.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠαραγνωρισμένη προσωπικότητα που αξίζει να την ψάξεις.
Δεν είναι άλλωστε η μοναδική περίπτωση που η αξία της αναγνωρίζεται μετά θάνατον. Ευχαριστώ που αφιέρωσες το χρόνο σου στην ανάρτηση. Πέτρος Μυλωνάς.
ΔιαγραφήΓνωρισα την Κατερινα 1 με 2 χρονια πριν "ταξιδεψει".
ΑπάντησηΔιαγραφήΣτα χερια μας(εμενα και του καλου μου)ζητουσε η ιδια
να την βοηθησουμε,καθως αποτοξινωμενη τη μια μερα,
την αλλη τη βρισκαμε στο πεζοδρομιο στην οδο Πολυτεχνειου,
οταν καποιοι της "κλικας" της ειχαν βαρεσει ενεση.
Θυμαμαι ακομα το βλεμμα της να μας παρακαλαει.
Και φωναζαμε ασθενοφορο,τη βαζαμε μεσα και την πηγαινε στο
Δαφνί(η ιδια μας εδινε οδηγιες)
Μετα απο μερικες ημερες..παλι το ιδιο.
Εμπαινε μεσα στο μαγαζι που δουλευαμε,καφε-ηλεκτρονικα ηταν θυμαμαι...αριστοκρατικα ντυμενη...και την επομενη της τα ειχαν παρει ολα...
Αλλα αυτο το βλεμμα της....ΑΥΤΟ ΤΟ ΠΟΝΕΜΕΝΟ ΒΛΕΜΜΑ ΤΗΣ!!!
Μας αποκαλουσε ολους,αδελφια...αδελφη μου,αδελφε μου....
Επινε κονιακ με πολυ ζαχαρη μεσα και κανελα,ανεβαινε σ'ενα δωματιακι-η Σχολη Καλων Τεχνων ειχε κανει καταληψη σε ενα νεοκλασσικο κτιριο στην οδο Πολυτεχνειου-οπου της ειχε παραχωρηθει,κι εκει πηγαινε για να τραβηξει το μαρτυριο της.
Μια φορα μοναχα με αφησε να παω μαζι της επανω,αδυναμη,δεν μπορουσε να ανεβει μονη της τα σκαλια.Δεν με αφηνε γιατι φοβοταν μην οι "επιτηδειοι" κανουν κακο και σε μενα.
Και οντως ηταν 2 πρεζακια επικινδυνα μεσα στο δωματιο της,που παγωσα μολις τους ειδα.Με εντονο υφος μου λεει:"Αδελφη μου,ΦΥΓΕ,ειμαι ενταξει"
Ενα δωματιο 2χ2 γεματο με ρουχα της,σταυρους και εικονες του Χριστου και της Παναγιας.
Οταν ηταν πολυ χαλια μας ελεγε να παρουμε τηλεφωνο τον Βασιλη τον Παπακωνσταντινου για να τη βοηθησει μα οταν τον καλουσαμε ειχε παντα δουλεια.(?)
Την αλλη μερα παλι το ιδιο...και το ιδιο...και το ιδιο...για αρκετο καιρο...
Μεχρι που χαθηκε...
Κουβαλαω αυτες τις στιγμες ακομα μεσα μου ...
Καλο απογευμα σε ολους!
Eγώ μπροστά σ' αυτές τις προσωπικές εμπειρίες σηκώνω τα χέρια ψηλά και στέκομαι ευλαβικός ακροατής!
ΑπάντησηΔιαγραφή